Παραδοσιακά επαγγέλματα της γειτονιάς μας
Επάνω ] Η θάλασσα είναι η ζωή μας ] Το Κάστρο ] Υδραγωγείο ] Η γειτονιά μας ] Στα Μινωικά χρόνια ] Δέκα ιστορίες μέσα στο Χρόνο... ] Οι δρόμοι έχουν τη δική τους Ιστορία... ] Αιγυπτιακά μνημεία της πόλης μας ] Το Πάσχα στην Ελληνική Παράδοση ] Τι είναι τα μεταλλαγμένα ; ] Εμείς, τα εγγόνια σας... ] [ Παραδοσιακά επαγγέλματα της γειτονιάς μας ] Ο μπλε σάκος ] Ισότητα των φύλων ] ...να πηγαίνω στο σχολειό... ] Διατροφή & Υγεία ] Ταξίδι στο Χώρο ] Οδυσσέας Ελύτης-Μια προσευχή γι' αυτόν ] Φανταστικό ταξίδι στη Λογοτεχνία ] Οι Παλιοί μας Φίλοι ] Μικρή έκθεση εικαστικών ] Γεωγραφικοί όροι ] Joyce ] Οπτικοακουστικός αλφαβητισμός ]

 

Παραδοσιακά επαγγέλματα της γειτονιάς μας

 

 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΣ:

 

Εμείς τα παιδιά της Β1 τάξης του 11ου Δημοτικού Σχολείου στα πλαίσια του Προγράμματος ΜΕΛΙΝΑ που αναλάβαμε παράλληλα με τα μαθήματά μας, πήραμε την απόφαση να κάνουμε μια εργασία όσον αφορά το μάθημα της μελέτης του περιβάλοντος για τα παραδοσιακά επαγγέλματα της συνοικίας μας. Αφορμή στάθηκε ένας περίπατος για να γνωρίσουμε τη γειτονιά μας με τα καταστήματα και τα εργαστήριά της που έχουν κάποια παράδοση. Στόχος μας ήταν να γνωρίσουμε τα επαγγέλματα της γειτονιάς μας και να αποκτήσουμε την πρώτη εμπειρία. Να αναπτυχθεί μεταξύ μας η ομαδικότητα, η συνεργασία, το ερευνητικό πνεύμα και η κριτική σκέψη.

ΠΩΣ ΕΡΓΑΣΤΗΚΑΜΕ:

  • Επιλέξαμε το θέμα που μας ενδιέφερε.
  • Χωριστήκαμε σε ομάδες
  • Γράψαμε ένα ερωτηματολόγιο γύρω από το θέμα.
  • Κάναμε προγραμματισμό της δραστηριότητάς μας.
  • Επικοινωνήσαμε με τους επαγγελματίες.
  • Επισκεφθήκαμε τα καταστήματα
  • Συνεργαστήκαμε για την εκτύπωση της εργασίας.

 

 

Ο ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ

Με μεγάλη χαρά θα σας αναφέρουμε μερικά πράγματα για το επάγγελμα του τσαγκάρη. Περπατώντας όλοι μαζί οι μαθητές με την κυρία στους δρόμους της συνοικίας μας καθώς κοιτούσαμε τις βιτρίνες των καταστημάτων βρεθήκαμε κατα λάθος σε ένα στενό δρομάκι. Εκεί άξαφνα αντικρύσαμε ένα μικρό, αλλά πολύ όμορφο μαγαζάκι. Όταν σκύψαμε διακριτικά από το παράθυρο για να δούμε τι έχει μέσα, είδαμε ένα γέρο πολύ συμπαθητικό, που κάρφωνε κάτι τακούνια σε ένα ζευγάρι παπούτσια. Μπήκαμε στην περιέργεια να πάμε μέσα να τον γνωρίσουμε. Έτσι και έγινε. Του είπαμε πως πρώτη φορά βλέπουμε τσαγκάρη και πως μας εντυπωσίασαν πολύ όλα αυτά που έχει γύρω του. Τον ρωτήσαμε επίσης αν θα μπορούσε να μας πει ορισμένα πράγματα για την δουλειά του. Και έτσι άρχισε να μας διηγείται. Μας είπε πως αυτό το επάγγελμα το εξασκεί εδώ και πενήντα χρόνια τουλάχιστον. Πως την δουλειά του την αγαπάει σαν παιδί του, και πως τον πονάει που άρχισε να εξαφανίζεται σαν επάγγελμα χειρωνακτικής εργασίας και ότι την θέση του παίρνουν πια τα μηχανήματα. Είχε μπροστά του έναν παλιό ξύλινο πάγκο σαν τραπεζάκι και επάνω χίλια δυο πράγματα. Μας είπε πως πολλά από τα εργαλεία αυτά είναι παλιά και άρχισε να μας τα εξηγεί ένα ένα:

"Ας αρχίσουμε από το τρυπητήρι με το οποίο ανοίγουμε τρύπες για να περνάμε τα κορδόνια. Τα πέταλα, που αυτά τα βάζουμε στις μύτες των παπουτσιών. Το σουβλί που το χρησιμοποιούμε όπως και το τρυπητήρι. Το τρίποδο αμμόνι (κατσαμπροκάς), ένα από τα πιο βασικά εργαλεία που σ'αυτό βάζουμε το παπούτσι για να το επεξεργαστούμε και να το τελειοποιήσουμε. Το καλούπι, το καλοπόδι για να δώσουμε το σχήμα. Τα καρφιά, τα φαλτσέτα, τα σφυράκια, την τανάλια, την βελόνα του αγριόχοιρου,την κλωστή (τζίβα) και τη τάβλα. Μια μηχανή που λεπταίνει την σόλα, η πρέσα και μια ξυλουριστική μηχανή που κόβει την σόλα."

"Αυτά παιδιά μου," μας είπε, "είναι τα εργαλεία μου, όσο για τα υλικά που χρησιμοποιώ θα σας τα πω αμέσως. Ας αρχίσουμε από τις σόλες, τα τακούνια, το δέρμα, τα φόντια, τα πέταλα, τις μπογιές, την κόλλα, τη ψαρόκολλα, το πινέλο το γυαλόχαρτο το οποίο χρειάζεται για να μην μένουν ατέλειες, το γυαλιστικό, το λάδι και τέλος τα ξυλόκαρφα τα οποία δεν τα βρίσκουμε σήμερα στο εμπόριο και έχουν αντικατασταθεί με τα καρφιά που γνωρίζουμε όλοι μας."

" Είναι παιδιά μου," μας είπε, "μια δύσκολη δουλειά αλλά αν την αγαπήσεις με την καρδιά σου και ασχοληθείς με αυτήν κάθε φορά που παίρνεις ένα κομμάτι δέρμα στο χέρι και αρχίζεις να του δίνεις σχήμα σιγά σιγά είναι ένα δημιούργημα που σου γεμίζει την ψυχή."

Τον ευχαριστήσαμε για τα τόσα πράγματα που μας έμαθε και του υποσχεθήκαμε πως κάπου κάπου θα περνάμε να τον βλέπουμε και να του πηγαίνουμε τα παπούτσια μας όταν χαλούν. Ήταν πολύ παλιό το επάγγελμα αυτό. Γιατί ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τα παπούτσια του από τα αρχαία χρόνια, για να προφυλάξει τα πόδια του από τα αγκάθια της πέτρες και τα νερά. Ξεκίνησε επί εποχής του βασιλιά Όθωνα περίπου το 1836. Καταρχήν απασχολούνταν με την κατασκευή Γεμινίων (παπούτσια χωρίς κορδόνια).Στη συνέχεια λόγω Ευρωπαϊκής μόδας και τεχνικής στράφηκαν στην κατασκευή παπουτσιών, ειδικών σκαρπινιών (τα πιο ονομαστά είναι Ιταλικής προέλευσης). Παράλληλα απασχολούνταν με την κατασκευή πανταρλιών. Σήμερα λόγω της βιομηχανικής ανάπτυξης όλα τα υποδήματα κατασκευάζονται αυτόματα. Κάποτε μόνος του κατασκεύαζε παπούτσια, ενώ σήμερα μόνο τα διορθώνει, γιατί έκαναν εργοστάσια που φτιάχνουν εκεί τα παπούτσια. Σκυμμένος ώρες προσπαθεί να ξανακάνει άνετα και γερά τα παπούτσια μας. Είναι μια δουλειά που θέλει προσοχή και ικανότητες. Ειλικρινά λυπόμαστε που αυτό το επάγγελμα άρχισε να χάνεται. Ας ελπίσουμε όμως οτι θα υπάρξουν συνεχιστές που θα μας εξυπηρετούν. 

 

Ο ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΗΣ

Ένα άλλο επάγγελμα της γειτονιάς μας είναι του ζαχαροπλάστη. Η τέχνη του έχει παράδοση. Είναι η τέχνη που φτιάχνει μια ποικιλία από προϊόντα διατροφής που έχουν όλα ζάχαρη. Για να κάνει τα γλυκά βάζει και άλλα υλικά, όπως σοσκολάτα, αλεύρι, γάλα κ.α. Από τα αρχαία χρόνια οι Έλληνες έκαναν γλυκά με φύλλο μέλι, που το ανακάτευαν με φρούτα, ξηρούς καρπούς και μπαχαρικά. Είχαν καλούπια που έριχναν τη ζύμη, φούρνους, χύτρες, τηγάνια, σαν τα σημερινά. Ο ζαχαροπλάστης ήταν ένας επιδέξιος τεχνίτης. Ο σύγχρονος ζαχαροπλάστης χρησιμοποιεί πάρα πολλά γεωργικά προϊόντα όπως το σιρόπι του αραβόσιτου, το άμυλο του αραβόσιτου, το μέλι κ.α. Βάζει αβγά, προϊόντα γάλακτος, αρωματικές και χρωστικές ουσίες. Φτιάχνει ζαχαρωτά, καραμέλες, νουγκά, φοντάν, πάστες και τούρτες. Υπάρχει η βιομηχανική ζαχαροπλαστική που κάνει μεγάλες ποσότητες γλυκών σε μηχανές. Ο παραδοσιακός ζαχαροπλάστης δουλεύει στο εργαστήριό του, που συνεχώς κάνει καινούργια γλυκά. Η ζαχαροπλαστική με βάση το αλεύρι έχει δυο κατηγορίες, τη μικρή ζαχαροπλαστική με μικρά γλυκά π.χ. πτι φουρ και τη μεγάλη ζαχαροπλαστική με τούρτες, τσουρέκια κ.α. Στην Ευρώπη τα καλύτερα γλυκά τα κάνουν στην Γαλλία, στην Αυστρία και στην Αγγλία. Η Ελλάδα κάνει γλυκά που μοιάζουν με της Ανατολής. Αυτά είναι γλυκές πίτες, γλυκά ταψιού, γλυκά κουταλιού, γλυκά κουταλιού, γλυκά τηγανιού όπως λουκουμάδες, τουλούμπες και τέλος αμυγδαλωτά, κουραμπιέδες, κέικ που ψήνονται στο φούρνο. Τα κέικ και οι πάστες ήταν γνωστά στους αρχαίους Έλληνες και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία της διατροφής του ανθρώπου. Από ανέκαθεν ο ζαχαροπλάστης έφτιαχνε και πουλούσε γλυκά. Η δουλειά του μας αρέσει, γιατί το μαγαζί του είναι γεμάτο με τούρτες, μπισκότα, πάστες, σοκολατάκια κ.α. Αλλά η δουλεία του είναι και δύσκολη. Πρέπει να ζυπνήσει πάρα πολύ νωρίς και να πάει στο εργαστήριό του. Εκεί θα χρησιμοποιήσει τα υλικά στα σκεύη του που είναι το μίξερ, η σπάτουλα, τα ταψιά, οι λεκάνες και τα καζάνια. Όταν ετοιμάσει τα γλυκά τα ψήνει στο φούρνο. Τα βάζει στο ψυγείο για να συντηρηθούν. Από εκεί οι πελάτες διαλέγουν αυτά που θα αγοράσουν.

Ο ΦΟΥΡΝΑΡΗΣ

Μια μέρα πήγαμε να γνωρίσουμε από κοντά το επάγγελμα του φούρναρη, που είναι πολύ χρήσιμο. Η τέχνη του φούρναρη έχει παράδοση, γιατί ο άνθρωπος από τότε που εμφανίστηκε στη Γη άρχισε να τρώει σπόρους σιταριού, στην αρχή ωμούς και αργότερα άρχισε να τους ψήνει πάνω σε πλάκες που ζεσταίνονονταν και να τους ανακατεύει με νερό, γιατί γίνονταν πιο νόστιμοι. Το πρωτόγονο ψωμί ήταν ένα κομμάτι ζυμαριού που ψηνόταν πάνω σε μια καυτή πέτρα. Αργότερα έχτισαν τον κλειστό φούρνο, με πέτρες, που ήταν στρογγυλός και τον άναβαν με ξύλα. Ζύμωναν το ζυμάρι, με αλεύρι, μαγιά, αλάτι και νερό, το άφηναν να φουσκώσει για μια ώρα. Κατόπιν το έπλαθαν στρογγυλά καρβέλια και το έβαζαν σε πινακωτές, που ήταν θήκες για ψωμί. Το άφηναν λίγο το ζυμάρι να ξεκουραστεί και ήταν έτοιμο για ψήσιμο. Άναβαν ξύλα στο φούρνο, γίνονταν κάρβουνα και όταν έσβηναν τα έβαζαν έξω και μέσα στο ζεστό φούρνο έβαζαν τα ψωμιά κι έκλειναν την πόρτα. Έβαζαν λίγα κάρβουνα μπροστά στην πόρτα και με τη ζέστη του φούρνου ψήνονταν το ψωμί. Ένας Έλληνας έφτιαξε το πρώτο μηχανικό ζυμωτήριο. Ήταν μια μεγάλη πέτρινη λεκάνη, που είχε ξύλινα φτερά που τα έσερναν άλογα ή γαϊδούρια και κινούνταν κυκλικά γύρω από το ζυμωτήριο και γίνονταν το ζυμάρι. Ο φούρναρης μας είπε ότι σήμερα οι περισσότεροι χρησιμοποιούν σύγχρονα μηχανήματα. Ο φούρνος λειτουργεί με ρεύμα. Βάζουν όλα τα υλικά μαζί στο ζυμωτήριο. Τα κόβουν με την πρέσα ή με το κοφτήρι και βάζουν στα τελάρα από 20 ψωμιά. Τα αφήνουν στη στρόφα, στο θερμοθάλαμο, να φουσκώσουν. Προσέχουν η θερμοκρασία να είναι σωστή. Μετά είναι έτοιμα για φούρνισμα. Ψήνονται στους 220 C για 35 λεπτά. Το ζυμάρι έγινε ψωμί και είναι έτοιμο να το φάμε. Τα ψωμιά θα τα βγάλουν με τα ξύλινα φτυάρια και θα τα τακτοποιήσουν στα ράφια. Παλιά ο φούρναρης έψηνε και τα φαγητά του κόσμου, γιατί δεν υπήρχαν ηλεκτρικές κουζίνες. Τώρα έχουν μείνει πολύ λίγοι παραδοσιακοί φούρνοι. Αυτοί ακόμη και σήμερα ψήνουν το ψωμί με ξύλα που είναι πολύ πιο νόστιμο αυτό από το άλλο.

 

Ο ΡΑΦΤΗΣ

Στη γειτονιά μας έχουμε κι ένα ράφτη. Πήγαμε στο μαγαζί του για να δούμε από κοντά πως εργάζεται. Καθόταν πίσω από την ραπτομηχανή του και γάζωνε ένα ύφασμα. Μας είπε ότι το επάγγελμα του ράφτη είναι πολύ παλιό. Ο άνθρωπος χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει τα ρούχα γιατί κρύωνε. Τα πρώτα ρούχα ήταν απλά, αλλά σήμερα σήμερα είναι διαφορετικά. Ο ράφτης ράβει και δορθώνει διάφορα ρούχα, όταν χαλάσουν. Επίσης τα στενεύει, τα φαρδαίνει, τα κονταίνει ή τα μικραίνει. Ασχολείται με το κόψιμο και το ράψιμο το υφάσματος. Ράβει ρούχα για άντρες, για γυναίκες και για παιδιά. Ράβει κουστούμια, σακάκια, παντελόνια, πουκάμισα, μπλούζες, φούστες και φορέματα. Παλιά χρησιμοποιούσε ραπτομηχανή του χεριού, που γάζωνε με το χέρι. Αργότερα γάζωνε με μηχανή του ποδιού, που δούλευε κουνώντας το πόδι του. Σήμερα όμως χρησιμοποιεί ηλεκτρική μηχανή, που γαζώνει γρήγορα και έτσι δεν κουράζεται πολύ. Επάνω στη ραπτομηχανή υπάρχουν τα μασούρια με τις κλωστές διαφόρων χρωμάτων. Στον πάγκο του έχει διάφορα εργαλεία για τη δουλειά του. Το ταυ για να τραβάει γραμμές με μια κιμωλία πάνω στο ύφασμα, για να παίρνει τα σημάδια. Η μεζούρα για να μετράει. Έχει ένα κουτάκι με καρφίτσες, βελόνες και δακτυλήθρα, για να μη τσιμπάει το δάκτυλό του. Είναι το ψαλίδι για να κόβει το ύφασμα. Έχει κι ένα σίδερο, για να κόβει το ύφασμα. Έχει κι ένα σίδερο για να σιδερώνει το ρούχο που έχει ετοιμάσει για τον πελάτη του. Ο καλός ράφτης έχει πολλούς πελάτες και παίρνει πολλές παραγγελίες, γι'αυτό θα έχει πάντα δουλειά. Η δουλειά του είναι όμως πολύ δύσκολη, κουραστική και επικίνδυνη. Θέλει προσοχή , όταν δουλεύει στη ραπτομηχανή.

Ευχαριστήσαμε το ράφτη και φύγαμε ενθουσιασμένοι από αυτά που είδαμε και ακούσαμε.

Ο ΤΥΠΟΓΡΑΦΟΣ

Ένα άλλο επάγγελμα της γειτονιάς μας είναι του τυπογράφου. Ο τυπογράφος μας είπε ότι το επάγγελμα αυτό είναι πολύ παλιό. Η τέχνη του είναι να τυπώνει βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά κ.α. Χρησιμοποιεί τα στοιχεία, που έχουν τα γράμματα και την τυπογραφική μηχανή. Πριν από πολλά χρόνια ο Γερμανός Ιωάννης Γουτεμβέργιος ανακάλυψε την τυπογραφία και εφεύρε την πρώτη τυπογραφική μηχανή, το πιεστήριο. Χάραξε όλα τα γράμματα της αλφαβήτας. Ενώνοντας τα χαραγμένα γράμματα, μπορούσε να σχηματίσει όλες τις λέξεις που ήθελε. Το πρώτο βιβλίο που τύπωσε ήταν η Βίβλος το 1456. Αργότερα το παλιό πιεστήριο αντικαταστάθηκε από μηχανές πολύ γρηγορότερες, τις περιστροφικές. Έτσι τυπώνονται εκατοντάδες αντίτυπα, που είναι όλα ίδια. Στην Ελλάδα η τυπογραφία ήρθε αργότερα. Το πρώτο τυπογραφείο έγινε στη Χίο και εδώ τυπώθηκε στη δημοτική Ελληνική γλώσσα η "Ελληνική Γραμματική". Εκτός από τα γράμματα τυπώνει και εικόνες που κι αυτές είναι ανάγλυφες. Για να τις χρωματίσει, χρησιμοποιεί τρία μόνο χρώματα: κίτρινο, μπλέ και κόκκινο. Όλα τα άλλα γίνονται με την ανάμειξη τους. Σήμερα ο τυπογράφος χρησιμοποιεί την αυτόματη στοιχειοθετική μηχανή. Επίσης χρησιμοποιεί, τον κόφτη, την μελάνη, το μελανείο, την τρόμπα, το κλειδί, το σφιχτήρα, την κόλα διπλής όψεως, το συρραπτικό, το συνδετήρα, το τελάρο και τον τροχό. Η δουλειά του τυπογράφου είναι πολύ χρήσιμη γιατί μπορούμε να αποκτήσουμε και να διαβάσουμε τα πολύτιμα βιβλία και περιοδικά, που μας μαθαίνουν πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα.

Αφού μας τα εξήγησε, όσο πιο απλά μπορούσε ο τυπογράφος τον ευχαριστήσαμε και φύγαμε ενθουσιασμένοι γιατί αποκτήσαμε μια πρώτη εμπειρία από ένα παλιό παραδοσιακό επάγγελμα.

Ο ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗΣ

Η τελευταία μας επίσκεψη ήταν στο εργαστήρι του βιβλιοδέτη. Με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθήσαμε τον τεχνίτη αυτόν. Μας είπε ότι ασκεί το επάγγελμα αυτό, εδώ και πενήντα χρόνια. Είναι ένα από τα παλαιότερα επαγγέλματα η βιβλιοδεσία. Μας είπε ότι ξεκίνησε εδώ και 1500 χρόνια περίπου, κατά τους πρώτους αιώνες μετά Χριστόν. Επίσης ότι ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούν εργαλεία που φτιάχτηκαν πριν 100 χρόνια και άλλα που τα ανακάλυψαν πριν 1000 χρόνια. Για να γίνει ένα βιβλίο χρειάζεται πολύ δουλειά. Ξεκινάμε από ένα τελάρο που βάζουμε σχοινιά ανάλογα με το μάκρος του χαρτιού που θέλουμε να δουλέψουμε. Με το σουβλί τρυπάμε τα φύλλα του βιβλίου. Αρχίζει η ραπτική που σημαίνει το ράψιμο του βιβλίου. Τα ράβουμε με τη βελόνα που έχουμε περάσει την κλωστή, αφού την κάνουμε σκληρή με το κερί προηγουμένως. Η κλωστή είναι λεπτό σχοινί, σπάγγος ή σύρμα. Αφού τελειώσουμε ύστερα βάζουμε ψαρόκολλα και τα κολλάμε. Όταν θέλουμε να τελειοποιήσουμε το βιβλίο βρίσκουμε να βάλουμε το κατάλληλο εξώφυλλο σαν καπάκι. Αυτό είναι από χοντρό χαρτόνι που σκεπάζεται με δέρμα.

Παλαιότερα έβαζαν ύφασμα. Ένα βασικό εργαλείο είναι ο σφιγκτήρας που αλλιώς λέγεται και πιεστήριο, που σφίγγει τα φύλλα το ένα κοντά στο άλλο. Σφίγγει το βιβλίο και το κολλάει γερά. Ένα παλιό εργαλείο είναι το κοπίδι που κόβει τα φύλλα στο μέγεθος που χρειαζόμαστε. Ένα μεγάλο εργαλείο είναι κόφτης, που κόβει τις σελίδες με ένα μεγάλο μαχαίρι για να είναι ίσιες. Παλιά ήταν χειροκίνητος, σήμερα λειτουργεί με ρεύμα. Αυτό το μηχάνημα υπάρχει εδώ και εκατό χρόνια. Μετά μπαίνουμε σε μια άλλη διαδικασία, στην επιχρύσωση του εξώφυλλου. Ένα παλιό εργαλείο, το χρυσωτήρι, χρησιμοποιείται για την επιχρύσωση των γραμμάτων. Πρέπει να σημειώσουμε ότι υπάρχει κι ένα καμινέτο που προθερμαίνουμε τα χρυσά γράμματα της χρυσής ταινίας για να τυπωθούν στη ράχη του εξώφυλλου και στο μπροστινό μέρος. Έτσι γίνεται πιο εντυπωσιακό το βιβλίο. Με αυτή τη βιβλιοδεσία τα βιβλία γίνονται πάρα πολύ στερεά και γερά Ενώ τα βιβλία που δένουν σήμερα στα εργοστάσια και χαλούν πολύ εύκολα αν δεν τα προσέξουμε. Την τέχνη αυτή πρέπει να τη συνεχίσουμε για να μη χαθεί και γιατί είναι πολύ χρήσιμη. Μπορούμε να ταξινομήσουμε και να δέσουμε σωστά τεύχη από περιοδικά ή από εφημερίδες και να δημιουργήσουμε ένα βιβλίο.

Μετά από όλα αυτά που είδαμε αν και σεβόμασταν τα βιβλία μας τώρα υπάρχει ένας λόγος παραπάνω για να τα προσέχουμε γιατί γίνονται με πολύ κόπο και πολύ μεράκι.

 

Η εργασία έγινε στα πλαίσια του προγράμματος "Μελίνα-Εκπαίδευση & Πολιτισμός" από τους παρακάτω μαθητές και μαθήτριες της Β1 τάξης του 11ου Δημοτικού Σχολείου Καβάλας:

  • Ελευθεριάδου ΒικτωρίαH τάξη μας
  • Καραγαβριηλίδης Ηλίας
  • Κουλαξίζης Δημήτρης
  • Λάκας Μάκης
  • Μαυροθαλασσίτης Γιάννης
  • Σαμαράς Θεμελής
  • Σαμαράς Στέλιος
  • Σιμάκη Κωνσταντίνα
  • Τοραμανίδου Σοφία
  • Τριταίου Άρτεμη
  • Τσιλικίδης Αλέκος

 

Η δασκάλα της τάξης: Τσίπου Δήμητρα