O Πολύγνωτος Βαγής γεννήθηκε στην Ποταμιά της
Θάσου στις 14 Ιανουαρίου 1894.
Ο πατέρας του Γεώργιος Βαγής, ήταν μαραγκός και
ξυλογλύπτης, η μητέρα του ήταν η Αγγελική Υδραίου
που καταγόταν από γνωστή οικογένεια ναυτικών της
Ύδρας.
Ο Βαγής είχε 6 αδέλφια και έφηβος 17 χρόνων αφήνει
την τότε Τουρκοκρατούμενη πατρίδα του και
πηγαίνει μετανάστης στη Νέα Υόρκη το 1911.
Ο σκληρός αγώνας για την επιβίωση δεν του
νεκρώνει το έμφυτο ταλέντο του. Παιδί ακόμη στα
βουνά της πατρίδας του, πελεκούσε το ξύλο και την
πέτρα. Το 1917 χτυπάει τις πόρτες των καλλιτεχνικών
σχολών της Νέας Υόρκης, που δεν άνοιγαν βέβαια
εύκολα σ' έναν αγράμματο μετανάστη.
Ο Βαγής καταφέρνει να γραφτεί στην σχολή "Cooper
Union Institution" της Νέας Υόρκης, όπου σπουδάζει
γλυπτική για έξι χρόνια.
Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου το 1918,
ο Βαγής κατατάσσεται εθελοντής στο αμερικάνικο
ναυτικό.
Με το τέλος του πολέμου αποκτά την αμερικανική
υπηκοότητα και στα 1919 εγγράφεται τελικά στο
"BEAUX - ARTS INSTITUTE" της Νέας Υόρκης, όπου
σπουδάζει γλυπτική για τρία χρόνια, με
σημαντικούς δασκάλους γλυπτικής, όπως τους C.BOULGON
και F.AITKEN. Το 1920 αρχίζει να συμμετέχει για πρώτη
φορά σε εκθέσεις γλυπτικής, της "NATIONAL ACADEMY OF
DESIGN" και στα 1922 γνωρίζει για πρώτη φορά την
μεγάλη του επιτυχία: Το γλυπτό "Ο Παππούς
μου" θεωρείται ένα από τα καλύτερα κομμάτια
της έκθεσής του. Είναι ένα πορτρέτο, σε χαλκό, του
παππού του όπου τα πλούσια εξπρεσιονιστικά
στοιχεία δοσμένα με δυνατές πλαστικές φόρμες
συνθέτουν το δυνατό πορτρέτο ενός βασανισμένου
αλλά όχι νικημένου από τη ζωή γέρου.
Μετά ακολουθεί μια περίοδος εντατικής δουλειάς
φορτωμένη με όλες τις αγωνίες του μετανάστη, που
θέλει να επιβιώσει, να σπουδάσει και να βοηθήσει
οικονομικά την οικογένειά του που είναι στην
πατρίδα.
Από το 1923 οι συνθήκες εργασίας καλυτερεύουν,
γιατί πια ο Βαγής είναι ένας αρκετά γνωστός
γλύπτης και παίρνει μέρος σε όλες τις εκθέσεις
της Νέας Υόρκης.
Στα 1925 ο Βαγής έγινε πασίγνωστος παντού, αφού η
NATIONAL ENCYCLOPAEDIA OF AMERICAN BIOGRAPHY του ζητά στοιχεία για να
τον συμπεριλάβει στην έκδοσή της που κυκλοφόρησε
στα 1928. Ο Βαγής παίρνει κάθε χρόνο μέρος στις
εκθέσεις της NATIONAL ACADEMY OF DESIGN της Νέας Υόρκης και
σε άλλες ομαδικές εκθέσεις γλυπτικής. Ως το τέλος
της ζωής του πήρε μέρος πάνω από 40 εκθέσεις στα
μεγαλύτερα μουσεία νεότερης τέχνης των Ηνωμένων
Πολιτειών.
Το 1933 εγκαθίσταται στο BETHPAGE 104 Evergreen Ave στο Long Island
της Νέας Υόρκης. Το 1952 κερδίζει το πρώτο βραβείο
του ετήσιου φεστιβάλ στο Long Island με το έργο του
"Ο ύπνος". Τα έργα του παρουσιάστηκαν σε
περισσότερες από 45 εκθέσεις σε ολόκληρη την
Αμερική και σε εκθέσεις σε άλλες χώρες. Τα έργα
του εμπνεόντουσαν από την Ελληνική φύση όπως
φεγγάρια, ψάρια, διάφορα είδη πουλιών και ζώων
κ.α.
Στην Ελλάδα, εκτός από την συλλογή του Δήμου
Καβάλας, υπάρχουν ορισμένα αντιπροσωπευτικά
έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη που προέρχονται
από το ίδιο κληροδότημα.
Το 1963 μετά από πολλά χρόνια απουσίας του στις
Η.Π.Α. επισκέπτεται τη γενέτειρά του, τη Θάσο. Σε
πολύ μεγάλη ηλικία παντρεύεται την Σύλβια, που
καταγόταν από την Αμερική. Όμως δεν προλαβαίνουν
να χαρούν το γάμο τους και σε ένα δυστύχημα
πεθαίνει η Σύλβια χωρίς να αποκτήσουν παιδιά.
Το 1965 στις 15 Μαρτίου αυτής της χρονιάς ο
Πολύγνωτος Βαγής πεθαίνει στο νοσοκομείο των
Απομάχων της Νέας Υόρκης.
Τα έργα του παρουσιάζονται σε πολλά Μουσεία,
κυρίως των Η.Π.Α. όπως στο Μουσείο Μπρούκλιν, στο
Μουσείο WHITNEY στη Νέα Υόρκη, στο Μουσείο Τέχνης του
Τολέδο στο Οχάιο, στο Μουσείο του Τελ-Αβίβ στο
Ισραήλ και στο Δημοτικό Μουσείο Καβάλας.
Από συνέντευξη του καλλιτέχνη σε
Αμερικανική εφημερίδα της εποχής:
"Η δουλειά μου είναι
δημιουργική και μοντέρνα και θεωρούμαι από τους
τεχνοκριτικούς σαν ένας εξπρεσσιονιστής
γλύπτης. Δεν πιστεύω πως η δουλειά μου υπάγεται
σε μια ορισμένη τεχνοτροπία ούτε πως ακολουθεί
κάποια ιδιαίτερη σχολή εκτός από το μονοπάτι της
προσωπικής έκφρασης. Το έργο μου είναι βασικά
κλασσικιστικό ως προς το συναίσθημα, μοντέρνο ως
προς την έκφραση. Έχω δημιουργήσει έργα σε τρεις
διαφορετικές τεχνικές, λαξεύοντας απευθείας σε
ξύλο, και πλάθοντας τον πηλό, ψάχνοντας και
πετυχαίνοντας διαφορετικό εκφραστικό
αποτέλεσμα όταν δίνω μορφή στον πηλό και όταν
λαξεύω άμεσα σε πέτρα ή ξύλο. Πλησιάζω κάθε
μεμονωμένη δουλειά που δημιουργώ από μια φρέσκια
και διαφορετική οπτική γωνία. Όταν λαξεύω
απευθείας την πέτρα μελετώ τη μάζα του υλικού
πολύ καλά και οραματίζομαι τη σύνθεση στο μυαλό
μου, πριν αρχίσω οποιαδήποτε εργασία.
Προσαρμόζομαι στη φυσική απελέκητη μάζα που
εξαρχής αντιπροσωπεύει η πέτρα. Είμαι
αυτοδίδακτος, εννοώντας πως απέφυγα κατά το
δυνατό να βλέπω δουλειά άλλων καλλιτεχνών στα
εργαστήρια ή στις εκθέσεις τους, για να αποφύγω
επιρροές που θα με αποσπούσαν από τις ιδέες μου.
Πιστεύω πως η δουλειά του καλλιτέχνη πρέπει να
αποτελεί αληθινή έκφραση της δημιουργικής
προσωπικότητάς του για να είναι αυθεντική. Στο
έργο μου προσπαθώ να πετύχω πλαστική απλότητα
και να εκφράσω τα ιδανικά που διαπνέουν την
ύπαρξή μου και τον τρόπο ζωής και τα οποία
αντανακλούν την προσωπική μου φιλοσοφική άποψη.
Ξεκίνησα σαν νατουραλιστής, κλασσικιστής
γλύπτης αλλά αποσπάστηκα από το παραδοσιακό
σχήμα έκφρασης πολύ γρήγορα, στρεφόμενος σε
ελεύθερη και πιο σύγχρονη δημιουργική γλυπτική
έκφραση. Πιστεύω ωστόσο, ότι όλη η γλυπτική μου
από τα πρωιμότερα ακόμα δείγματα ως την πρόσφατη
δουλειά μου, αντανακλά την ίδια πυκνότητα και
απλότητα φόρμας.
Πιστεύω πως η γλυπτική μου είναι έκφραση των
κρυφών ιδανικών και εμπνέεται όπως είναι φυσικό,
από τη ζωή μου, από τις ευαισθησίες μου σαν
καλλιτέχνη και από τις παρατηρήσεις του κόσμου
γύρω μου.
Τα γλυπτά μου δημιουργήθηκαν καθαρά σαν
καλλιτεχνική έκφραση του πνεύματός μου και όχι
μετά από παραγελίες ή για κάποιο συγκεκριμένο
σκοπό, παρά για να εκτεθούν σε αίθουσες και
Μουσεία Τέχνης όπου θα μπορούν να τα βλέπουν οι
φιλότεχνοι και να συμβάλλουν έτσι στην
πολιτιστική ζωή της Αμερικής. Επίσης για να
αγοραστούν εάν είναι δυνατόν από Μουσεία και
συλλέκτες που έχουν τα μέσα και τις
καλλιτεχνικές ευαισθησίες για να τα εκτιμήσουν
και να τα χαρούν."
|