Η Νεάπολη, όπως προκύπτει από ψήφισμα
ακρωτηριασμένης επιγραφής που έχει συμπληρωθεί,
ήταν αποικία των Θασίων. Ιδρύθηκε τον 7ο π.Χ.
αιώνα, όταν οι Θάσιοι προσπαθούσαν να
διεισδύσουν στην απέναντι Θρακική παραλία. Η
προσπάθειά τους, όμως, αυτή δεν έγινε ειρηνικά.
Χρειάστηκαν πολυχρόνιοι πόλεμοι εναντίον των
εντοπίων Θρακικών φύλων, στους οποίους έλαβε
μέρος και ο ποιητής Αρχίλοχος.
Το δυνατό τείχος που περιέβαλλε τη Νεάπολη ήταν
αριστοτεχνικά χτισμένο και σήμερα σώζονται τα
βόρεια τμήματά του. Στο χώρο του ιερού της θεάς
Παρθένου υπήρχε ένας θαυμάσιος ιωνικός ναός από
λευκό μάρμαρο της Θάσου που υψώθηκε στις αρχές
του 5ου π.Χ. αιώνα.
Η γεωγραφική θέση της περιοχής αποτελούσε σε
κάθε εποχή σπουδαίο στρατηγικό σημείο. Από την
πόλη περνούσε η περίφημη "Εγνατία οδός", που
άρχιζε από το Δυρράχιο και τελείωνε στα Κύψελα.
Οι φορολογικοί κατάλογοι της Α΄ Αθηναϊκής
συμμαχίας μνημονεύουν για πρώτη φορά τη Νεάπολη.
Το έτος 454/53 π.Χ. αναφέρεται στους φορολογικούς
αυτούς καταλόγους ως "Νεάπολις εν Θράκη" και
ότι πλήρωσε 1000 δραχμές φόρο. Το 450 π.Χ.
μνημονεύεται με τον ίδιο φόρο ως "Νεάπολις παρ'
Αντισάραν", για να μη συγχέεται από ομώνυμη
αποικία των Μένδεων, που βρισκόταν στη χερσόνησο
της Παλλήνης ενώ από το 449/48 αναφέρεται απλά και
ως "Νεάπολις".
Μετά τους περσικούς πολέμους, η Νεάπολη
έγινε μέλος της Δηλιακής Συμμαχίας από το 454.
Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο η Νεάπολη
παρέμεινε πιστή στην Αθήνα. Έφθασε μάλιστα σε
τέτοιο σημείο αφοσίωσης ώστε να στραφεί και
εναντίον της μητρόπολής της, της Θάσου όταν οι
Σπαρτιάτες με στρατηγό τον Ετόνικο και με τη
βοήθεια των Θασίων πολιόρκησαν τη Νεάπολη, αλλά ο
Αθηναίος Θρασύβουλος έσπευσε και έλυσε την
πολιορκία της. Τα γεγονότα των ετών 412-407
διαφωτίζονται και από τις μαρτυρίες των αρχαίων
ιστορικών και από τα επιγραφικά κείμενα που μας
έχουν διασωθεί. Τα τιμητικά ψηφίσματα του
Αθηναϊκού δήμου εγκωμιάζουν τη Νεάπολη που
συμπαραστάθηκε την Αθήνα κατά την ταραχώδη αυτή
περίοδο. Μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους
Λακεδαιμόνιους και τη σφαγή των αττικιζόντων
Θασίων από το Λύσανδρο, η Νεάπολη φαίνεται πως
δεν τιμωρήθηκε για την αφοσίωσή της στους
Αθηναίους.
Η Νεάπολη ήταν μέλος της Β΄ Αθηναϊκής συμμαχίας,
που ιδρύθηκε το 378 π.Χ. κι έμεινε σύμμαχος της
Αθήνας ως την κατάκτησή της από το βασιλιά της
Μακεδονίας Φίλιππο. Η κατάληψη των Κρηνίδων και η
μετονομασία της σε "Φίλιπποι" υπήρξε
προμήνυμα της επερχόμενης κατάκτησής της. Ο
Φίλιππος έγινε τόσο απειλητικός για τη Νεάπολη,
ώστε η τελευταία αναγκάστηκε να ζητήσει τη
βοήθεια της συμμάχου της Αθήνας. Η παρουσίαση των
Νεαπολιτών πρέσβεων στον Αθηναϊκό δήμο έγινε το
355 π.Χ. Το διάβημά τους, όμως, αυτό έμεινε χωρίς
αποτέλεσμα, γιατί, αφού κατέλαβε ο Φίλιππος τα
εδάφη μέχρι το Νέστο, που του παραχώρησε ο
βασιλιάς Κετρίπορις, μοιραία η Νεάπολη απέβαινε
επίνειο των Φιλίππων.
Οι μαρτυρίες που έχουμε για τα χρόνια που
ακολουθούν είναι ελάχιστες. Η πιο σημαντική
είναι ότι κατά τη μάχη των Φιλίππων ο λιμένας της
Νεάπολης χρησίμευσε σαν βάση του στόλου της
ρωμαϊκής δημοκρατικής παράταξης.
Κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους ο
λιμένας της Νεάπολης αποτελεί το τέρμα του
εμπορικού δρόμου που ενώνει τους Φιλίππους με
την Ανατολή δια μέσου της Αλεξάνδρειας και
Τρωάδας. Απ' εδώ εισβάλλουν οι διάφορες δοξασίες,
οι ανατολικές θρησκευτικές λατρείες και
τελευταία ο Χριστιανισμός. Τον ίδιο δρόμο
ακολούθησε και ο Απόστολος Παύλος γύρω στο 54 μ.Χ..
Αποβιβάζεται στη Νεάπολη και πηγαίνει στους
Φιλίππους, όπου και ίδρυσε την πρώτη Χριστιανική
εκκλησία στην Ευρώπη.
Σε ανάμνηση της πρώτης Ευρωπαίας Χριστιανής, την
οποία βάφτισε ο Απόστολος Παύλος οικοδομήθηκε ο
ναός της "Λυδίας", που ανοικοδομημένος εκ
νέου, είναι αγαπητός στο λαό σαν μια εκκλησία
βαπτίσματος.
Οι μαρτυρίες γίνονται πιο σπάνιες στα επόμενα
χρόνια. Το Itineraria Antonini και Hierosolimitani, καθώς και
τρεις Ρωμαϊκές επιγραφές, μας δίνουν πολύτιμες
πληροφορίες. Το βαθμιαίο πέρασμα από την αρχαία
Νεάπολη στη Βυζαντινή Χριστούπολη γίνεται αργά,
σταθερά και ανεπαίσθητα. Σιγά-σιγά η Νεάπολη θα
παραχωρήσει τη θέση της και το όνομά της στη
Χριστούπολη. Η τιμητική αυτή αλλαγή της
ονομασίας σκοπό είχε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη
του Χριστιανικού κόσμου στην πόλη που
πρωτοδέχτηκε τον Απόστολο Παύλο και το
Χριστιανισμό.
Ακολουθούν πολλά χρόνια σιωπής ως τον 6ο αιώνα
που η Νεάπολη αναφέρεται από τον Προκόπιο στο
"Περί κτισμάτων" σαν μια από τις πόλεις που
επισκεύασε το φρούριό της. Την ίδια εποχή
μνημονεύεται και στο "Συνέκδημο" του
Ιεροκλή σαν 25η πόλη της Μακεδονίας, που υπαγόταν
στην επαρχία του Ιλλυρικού. Ο Αυτοκράτορας
Ιουστινιανός (527-565) επισκεύασε τα τείχη της
Νεάπολης που είχαν καταστραφεί από την πάροδο
του χρόνου. Από τον Ιεροκλή και τον Κωνσταντίνο
Πορφυρογέννητο αναφέρεται, ότι ήταν μια από τις 32
πόλεις της επαρχίας της Μακεδονίας Πρώτης.
Αργότερα την κατέλαβαν οι Γενουάτες, που τη
μετατρέψανε σε μεγάλο εμπορικό λιμάνι της
Ανατολικής Μακεδονίας.Το 1381 κυριεύτηκε από τους
Τούρκους αλλά σύντομα ερημώθηκε. Την αποίκισε
τότε ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής (1520-1566) με
Εβραίους που τους έφερε από την Ιουδαία.
Για τη θέση της Νεάπολης διαφωνούσαν παλαιότερα
οι ερευνητές. Οι ανασκαφές, όμως, του Γ. Μπακαλάκη,
που έγιναν για το σκοπό αυτό, έφεραν στο φως το
ιερό της Αθηνάς Παρθένου της Νεάπολης. Η ανεύρεση
αυτή έλυσε το πρόβλημα στης θέσης της αρχαίας
πόλης. Από τα ευρήματα της Νεάπολης αξίζει να
μνημονεύσουμε το κιονόκρανό της, τα όστρακα και
τα αγγεία που βρέθηκαν, καθώς και τα επιγραφικά
κείμενα, των οποίων οι παραστάσεις μαζί με τα
ψηφίσματα στέκονται άφωνοι μάρτυρες της δύναμης
και της δόξας της αρχαίας Νεάπολης.
Όπως και να πλησιάσει κανείς τη Νεάπολη, από τη
θάλασσα ή από τα βουνά, θα βρεθεί μπροστά στα
μάτια του μια πόλη πανοραμική, αμφιθεατρικά
χτισμένη, περιβεβλημένη από την υπέροχη γαλάζια
θάλασσα και τα καταπράσινα βουνά. Μένει
καταγοητευμένος από τη θέα της.
|