Μιχάλης Κατσαρός
Επάνω ] Μανόλης Αναγνωστάκης ] [ Μιχάλης Κατσαρός ] Kάλβος ] Bάρναλης ] Ρήγας Βελεστινλής - Το τελικό κείμενο του Θούριου ] Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι ] Kωστής Παλαμάς ] pullitzer ] Βούλα Παπαϊωάννου ] Ρίτσος ] Ζολώτας ]

 

Μιχάλης Κατσαρός 

 

Η διαθήκη μου

Αντισταθείτε 
σ'αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι 
και λέει : καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σ'αυτόν που γύρισε πάλι
και λέει : Δόξα σοι ο Θεός. 
Αντισταθείτε 
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών 
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρία εισαγωγαί - εξαγωγαί 
στην κρατική εκπαίδευση 
στο φόρο 
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ. 
Αντισταθείτε 
σ' αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες 
ατέλιωτες τις παρελάσεις 
σ' αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει σμύρναν 
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ. 
Αντισταθείτε πάλι σ' όλους αυτούς που λέγονται 
μεγάλοι 
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες 
σ' όλα τ' ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε 
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι 
σ' όλους που γράφουν λόγους για την εποχή 
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα 
στις κολακίες τις ευχές τις τόσες υποκλίσεις
απο γραφιάδες και δειλούς για το σοφό 
αρχηγό τους. 
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών 
και διαβατηρίων 
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη 
διπλωματία 
στα εργοστάσια πολεμικών υλών 
σ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια 
στα θούρια 
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους 
στους θεατές 
στον άνεμο
σ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς 
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ αντισταθείτε. 
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την 
 Ελευθερία. 
 (........) 
Και συ λοιπόν 
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις 
απο φωνή
απο τροφή 
απο άλογο 
απο σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος: 
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν. 

  

Πέντε Ποιήματα μέσ' το Σκοτάδι. Εικόνα

Γυρίζει μόνος
στα χείλη του παντάνασσα σιωπή
συνέχεια των πουλιών τα μαλλιά του.
Ωχρός
με βουλιαγμένα όνειρα κι ανέγγιχτος
νερό τρεχάμενο στα ρείθρα, ωχρός
έλληνας.
Πάντα ο δρόμος μέσ' στα μάτια του
κ' η λάμψη απ' τη φωτιά
που καταλύει
τη νύχτα.
Γυρίζει μόνος
στα χέρια του κλαδί από ελιά
γεμάτος πόνο χάνεται στα δειλινά
αισθάνεται
πως όλα χάθηκαν.
Mην του μιλάτε είναι άνεργος
τα χέρια στις τσέπες του
σαν δυο χειροβομβίδες.
Mην του μιλάτε δε μιλούν στους καθρέφτες.
Άνθη της λεμονιάς
λουλούδια του ανέμου

στεφάνωσέ τον Άνοιξη
τον κλώθει ο θάνατος.

  

ΕΡΗΜΟΣ ΣΑΝ ΤΗ ΒΡΟΧΗ

Διαβαίνω αγιάτρευτος μεσ' στ' όνειρό μου
σε δίχτυ μόνος της πρώτης σιωπής
έδειξα τα πτηνά διχάζεται ο δρόμος
η αλήθεια φαρδαίνει πάντα την ορμή.
Κ' η μοίρα των άστρων
θα είναι τέφρα θα είναι μια μεγάλη πυρική
τώρα μαθαίνω το αίμα μου
δίχως τους δροσερούς υάκινθους
τώρα σε βλέπω δρόμε του καλoύ σαν ειδοποίηση
με κρίνους
έχοντας το σακούλι τ' αναστεναγμού
κι όλο πηγαίνω
πηγαίνω
στις
πηγές.

  

Ο ΔΕΝΤΡΟ ΤΩΝ ΑΓΝΟΗΜΑΤΩΝ

Μια συμφορά τυλίγεται στο δέντρο.
Όλοι οι αδικούμενοι δέντρα είναι
αν το προτίμησαν αυτό, μονάχα ν' αδικούνται.
Η συμφορά με γήινο χρώμα
τυλίγεται στο δέντρο.
Ω δύναμη της ζωής
λιώσε της συμφοράς το κεφάλι.

 

ΕΝΑ ΕΡΗΜΟ ΑΝΘΟΣ

Βαθύτερο απ' την αγάπη και την ταραχή
που φέρνει μεσ' στο στήθος η επιθυμία
ζει στο θαλάσσιο βράχο εν' άνθος ολομόναχο.
Ποια φωνή το κυρίεψε και μοιάζει σαν να δείχνει
την άγνωστη γαλήνη με μικρά χρώματα...
Είναι βγαλμένο στους κινδύνους της χαράς
αμέριμνο σαν ιδέα.

ΝΕΟΤΕΡΟΣ

[...] Αισθάνομαι μόνος
αφού δεν έχει δεύτερη ζωή ν' αλλάξουμε
και το φεγγάρι ταξιδεύει πάντα ίδιο.
Σύντροφε ουρανέ
άλλοτε η ελπίδα φεγγοβολούσε στα χέρια
κοιτάζω το σώμα βρίσκω τ' όνειρο
πάει κ' η αγάπη
χάνεται
σαν το νερό στην πέτρα.
Τι είναι πια ένα δέντρο τι είναι τ' ασημένια φύλλα;
Μέσ' στην ορμή της ερημιάς γινόμαστε διάφανοι.